ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ 2020

 

 

Με τον δέοντα σεβασμό και σημαντικά ιστορικά στοιχεία τιμήθηκε η επέτειος μνήμης του Μακεδονικού Αγώνα στο Σχολείο μας. Παιδιά από την ΣΤ τάξη έκαναν την έρευνά τους και παρουσίασαν πληροφορίες για τον Μακεδονικό Αγώνα στην σχολική κοινότητα το πρωί της Παρασκευής 16/10 και τραγούδησαν το "Μακεδονία Ξακουστή".

Το πρώτο δίωρο της ημέρας αφιερώθηκε στην ημέρα μνήμης με βίντεο, συγκέντρωση πληροφοριών και εποπτικό υλικό με θέμα την Αγώνα για την απελευθερωση της Μακεδονίας.

 

 

Ο Μακεδονικός Αγώνας, ως ένοπλη δράση, διαδραματίσθηκε κυρίως την περίοδο 1904-1908 στη Μακεδονία, τη Θράκη, ακόμη και στην Ήπειρο. Αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη γενικευμένη σύγκρουση χριστιανικών βαλκανικών πληθυσμών, και κυρίως του ελληνικού με τον βουλγαρικό, που κατοικούσαν στην ευρύτερη περιοχή, με φόντο μια Οθωμανική Αυτοκρατορία, που έδειχνε ότι δεν αργεί η έναρξη της διαδικασίας κατάρρευσής της. Ήταν αγώνας χωρίς καθορισμένη αρχή και καθορισμένο τέλος. Έχει τις ρίζες του βαθιά μέσα στο χρόνο, πιο συγκεκριμένα στον 19ο αιώνα, και συνεχίσθηκε και μετά τη θεωρητική παύση του, που τοποθετείται στο 1908.

Ο Αγώνας ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του είχε επεκταθεί σ΄ όλη τη σημερινή Μακεδονία μέχρι και των περιοχών του ΜοναστηρίουΓευγελής, Δοϊράνης κ.λπ. Σκοπός των αντιπάλων ήταν ο εκφοβισμός ή η εξόντωση των αντίθετων στοιχείων και ο προσεταιρισμός του πληθυσμού προς την Βουλγαρική και την Ελληνική εκκλησία.

 

 

 

Κύριος οργανωτής  του μακεδονικού αγώνα υπήρξε  ο Πρόξενος Θεσσαλονίκης Λάμπρος Κορομηλάς, του οποίου το όνομα δόθηκε σε κεντρική οδό της Θεσσαλονίκης, όπου βρίσκεται σήμερα και το Μουσείο του Μακεδονικού Αγώνα. Ανεκτίμητη υπήρξε η συμβολή του υποπρόξενου Ίωνα Δραγούμη, καθώς επίσης και των Μητροπολιτών Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη και Δράμας, Χρυσοστόμου Καλαφάτη. Ήταν αυτοί που συγκρότησαν τα πρώτα ανταρτικά σώματα ενόπλων, με αρχηγούς τον καπετάν Κώττα, τον καπετάν Άγρα και τον Βαγγέλη Στρεμπενιώτη.

Στην ύπαιθρο οι συνθήκες διαβίωσης των ενόπλων σωμάτων ήταν αντίξοες. Εξοπλισμένοι με κάθε λογής ενδυμασία, ικανή να τους παρέχει προστασία από το κρύο και τη βροχή, μετακινούνταν συνεχώς κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η καθημερινή τροφή ήταν πολυτέλεια, ενώ οι αρρώστιες, οι κακουχίες και η έλλειψη φαρμακευτικού υλικού αποτελούσαν τη σκληρή πραγματικότητα.

Στις πόλεις, κάτω από το βλέμμα των Οθωμανών, η ελληνοβουλγαρική σύγκρουση δεν μπορούσε παρά να είναι συνωμοτική. Λειτούργησαν δίκτυα πληροφοριοδοτών και υποστηρικτών, με εμβέλεια σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, όπως η οργάνωση «Άμυνα» στο Μοναστήρι και η «Οργάνωση Θεσσαλονίκης». Οι δραστηριότητες των δικτύων αυτών απλώθηκαν σε όλα τα επίπεδα και είδη της αντιπαράθεσης.

Αυτή την κατάσταση αντιμετώπισε και ο Παύλος Μελάς, ο φλογερός πατριώτης που, προσφέροντας τη ζωή του, αναδείχθηκε σε σύμβολο της ελληνικής αποφασιστικότητας για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. 

Το 1900 αναμίχθηκε στις μακεδονικές υποθέσεις σε συνεργασία με το γυναικαδελφό του Ίωνα Δραγούμη και στάθηκε από τους πρωτεργάτες του Μακεδονικού αγώνα, συνεργαζόμενος με το Μακεδονικό Κομιτάτο, που είχε ιδρυθεί στην Αθήνα για την υποστήριξη του αγώνα της Μακεδονίας. Το Μάρτιο του 1904 ήταν ένας από τέσσερεις Έλληνες αξιωματικούς που στάλθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση να πραγματοποιήσουν μια αναγνωριστική περιοδεία στη δυτική Μακεδονία, η οποία κατέληξε σε αντικρουόμενα αποτελέσματα. Τον Ιούλιο επισκέφθηκε ιδιωτικά την Κοζάνη και τη Σιάτιστα και αποφάσισε να αναλάβει αντάρτικη δράση στην περιοχή. Τον Αύγουστο διορίστηκε αρχηγός των ελληνικών ομάδων στην περιοχή Καστοριάς και Μοναστηρίου και εισήλθε για τρίτη φορά στην τουρκοκρατούμενη τότε περιοχή της Μακεδονίας, αυτή τη φορά επικεφαλής ένοπλου σώματος. Με τους άνδρες του περιηγήθηκε σε χωριά της περιοχής δρώντας εναντίον εξαρχικών σλαβοφώνων. Ενώ βρισκόταν στο χωριό Στάτιστα της Καστοριάς, το σώμα του δέχτηκε επίθεση από ένα απόσπασμα του τουρκικού στρατού, που παραπλανημένο από τον κομιτατζή Μήτρο Βλάχο νόμιζε ότι επιτίθεται σε ομάδα των βουλγάρων αυτονομιστών και τραυματίστηκε θανάσιμα. Ήταν 13 Οκτωβρίου του 1904. Ο Παύλος Μελάς ήταν νεκρός

Αν και η αντάρτικη δράση του Μελά στη Μακεδονία δεν είχε σημαντικά άμεσα αποτελέσματα, καθώς υπήρξε βραχύχρονη, ο θάνατός του, θάνατος ενός υψηλόβαθμου στρατιωτικού, συγκλόνισε την ελληνική κοινή γνώμη και έστρεψε την προσοχή της στο Μακεδονικό Αγώνα. Ο Παύλος Μελάς αποτέλεσε το σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα, όντας υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία.

 

Τελικά ο Μακεδονικός Αγώνας, που κράτησε από το 1904 ως το 1908, δεν απελευθέρωσε τη Μακεδονία. Κράτησε όμως τη φλόγα της ελευθερίας άσβεστη στα δύσκολα εκείνα χρόνια. Έδειξε στους υπόλοιπους Έλληνες ότι οι σκλαβωμένοι Έλληνες αδελφοί τους στη Μακεδονία χρειάζονταν τη βοήθεια και συμπαράστασή τους.

Το νεοτουρκικό κίνημα του 1908, με τις αρχικά φιλελεύθερες επαγγελίες του, στάθηκε αφορμή να τερματιστεί ο Μακεδονικός Αγώνας και η δράση των Ελλήνων αξιωματικών. Η Ελληνική κυβέρνηση ανακάλεσε τον Ιούνιο του 1908 όσους αξιωματικούς βρίσκονταν ακόμα στη Μακεδονία και τους απέσπασε, ώσπου να τοποθετηθούν σε κανονικές μονάδες, στο «Ειδικό Γραφείο Εθνικής Δράσεως». Ο Αλέξανδρος Μαζαράκης σημειώνει: «Όλοι όσοι επανήλθαμεν εκ Μακεδονίας, μετά την κατάπαυσιν του εκεί αγώνος, εφέρομεν μαζί μας την πεποίθησιν, ότι πολύ ταχέως ο αγών επικρατήσεως μεταξύ των Βαλκανικών λαών, ο προς στιγμήν ανασταλείς και ο αγών κατά των Νεοτούρκων θα εξελίσσετο εις πόλεμον και ότι αλλοίμονο εις τήν Ελλάδα αν τήν εύρισκε ο πόλεμος αυτός ασθενή στρατιωτικώς...»


 

 

Τέσσερα χρόνια αργότερα με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912 – 13, επί πρωθυπουργίας Ελευθέριου Βενιζέλου, η Μακεδονία και η Ήπειρος γίνονταν ελληνικές. Το όνειρο του Παύλου Μελά γινόταν επιτέλους πραγματικότητα. Η ελληνική σημαία κυμάτιζε στον Λευκό Πύργο.